Ιστορία της Ρόδου

Σελίδα 1/4 Σελίδα 2 ››

Tο μεγαλύτερο σε έκταση και σε πληθυσμό νησί των Δωδεκανήσων είναι η Ρόδος. Κάθε λαός και τόπος έχει ένα μύθο για την απαρχή της ιστορίας του. Για τη Ρόδο ο μύθος της γέννησής της αναφέρει ότι αναδύθηκε από τη θάλασσα για να δοθεί ως δώρο στο θεό Ήλιο, ο οποίος έγινε ο πολιούχος θεός του, το προίκισε αιώνια με το χρυσό φως των ακτίνων του και του χάρισε ως σύμβολο το ιερό άνθος του, το ρόδον.

Η Ρόδος κατοικήθηκε στα προϊστορικά χρόνια από προελληνικά φύλα (τα οποία ο μύθος αναφέρει με το όνομα Τελχίνες) και αργότερα από Μυκηναίους και Αχαιούς. Τελικά κυρίαρχοι του νησιού έγιναν οι Δωριείς, οι οποίοι ίδρυσαν τρεις σημαντικές πόλεις, την Ιαλυσό, τη Λίνδο και την Κάμειρο, και έδωσαν στο νησί το δωρικό χαρακτήρα που διατήρησε σ’ όλη τη διάρκεια της αρχαίας ιστορίας του.

Ευνοημένη η Ρόδος από τη γεωγραφική θέση της, στο μέσο ακριβώς των αρχαίων εμπορικών δρόμων μεταξύ Βορρά -Νότου και Ανατολής-Δύσης και χωρίς αξιόλογη ανταγωνίστρια πόλη στα απέναντι μικρασιατικά παράλια αναπτύσσεται, ευημερεί οικονομικά και μετατρέπεται σε σημαντική ναυτική δύναμη και σε σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Οι Ρόδιοι ταξιδεύουν σ’ όλη τη Μεσόγειο ιδρύοντας αποικίες και εμπορικούς σταθμούς, ενώ συνάπτουν προνομιακές εμπορικές σχέσεις με την Αίγυπτο, τις οποίες θα διατηρήσουν και θα εκμεταλλευτούν και σε επόμενες ιστορικές περιόδους.

Το σπουδαιότερο γεγονός στην αρχαία ιστορία του νησιού είναι ο Συνοικισμός. Τότε (408 π.Χ.) οι τρεις αρχαίες πόλεις του νησιού, υπό την καθοδήγηση του Δωριέα, πολιτικού, ολυμπιονίκη και γιου του Διαγόρα, ενώνονται για να ιδρύσουν την πόλη της Ρόδου. Έκτοτε η ιστορία όλου του νησιού ταυτίζεται με την ιστορία της νέας πόλης. Η νέα πόλη κτίζεται σύμφωνα με το ιπποδάμειο ρυμοτομικό σύστημα στο βόρειο άκρο του νησιού. Ελέγχοντας το θαλάσσιο δρόμο από το Αιγαίο προς τα ελληνιστικά βασίλεια της ανατολής, προικισμένη με πέντε λιμάνια και ευνοημένη από ιστορικές συνθήκες και συγκυρίες, ακμάζει, ευημερεί και γίνεται μια από τις ωραιότερες, πλουσιότερες και ισχυρότερες πόλεις της εποχής.